- σποδόχρουν
- Ορυκτό της ομάδας των πυρο-ξένων, του οποίου ο χημικός τύπος είναι LiAl-Si2O2 Λέγεται και τριφανής. Κρυσταλλώνεται στο μονοκλινές σύστημα, έχει σκληρότητα 6,5-7, ειδικό βάρος 3,1-3,2 και λάμψη γυάλινη. Εμφανίζεται σε διάφορες αποχρώσεις και κυρίως ως σμαραγδοπράσινο, κίτρινο και κόκκινο. Απαντά μέσα σε πηγματιτικές φλέβες στους γρανίτες και τους γνεύσιους της Σκοτίας, της Ιρλανδίας κλπ.
Το σποδόχρουν είναι ορυκτό με διάφορες αποχρώσεις και λάμψη γυαλιού.
* * *το, Ν(ορυκτ.) άλλη ονομασία τού ορυκτού σποδούμενο.
Dictionary of Greek. 2013.